Κυριακή 30 Μαρτίου 2008

ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΒΙΒΛΙΑ 24


Ευγένιος Τριβιζάς, Ο Ιγνάτιος και η γάτα, εικόνες Βαγγέλης Παυλίδης, Καλέντης, Αθήνα 2001
σειρά: Παραμύθια από τη χώρα των χαμένων χαρταετών 1

Στην μακρινή και φημισμένη Φουρφουρμβέργη υπήρχε η πιο πλούσια βιβλιοθήκη των πέντε ηπείρων. Τα είχε όλα από παντού και είχε πολύ αυστηρούς κανόνες λειτουργίας. Σιωπή κυριαρχούσε το πρωί που διάβαζαν οι σοφοί και το βράδυ ο Αρχιξεσκονιστής στα κίτρινα συντόνιζε τους δώδεκα Ξεσκονιστές που ξεσκόνιζαν από μπέρδεμα ξανά και ξανά το ίδιο ράφι. Στο 260ό ράφι ανάμεσα σε βιβλία ανέγγιχτα κατοικoύσε ένας νεαρός, έξυπνος και επαρμένος ποντικός, ο Ιγνάτιος. Αποφάσισε να μορφωθεί τρώγοντας βιβλία. Και μια μέρα έπεσε σε μια Ζωολογία. Μια ακίνητη γάτα τον θωρούσε μέσα από τα φύλλα. Αρχικά φοβισμένος, στη συνέχεια ξεθάρρεψε και εντέλει την ροκάνισε. «Έφαγα μια γάτα», σκέφτηκε απορημένος και το είπε στην γιαγιά του. Το νέο διαδόθηκε στην πόλη, το έγραψαν και οι εφημερίδες. Ανησυχία εξαπλώθηκε για το ανορθόδοξο του πράγματος και φόβος κυριάρχησε μα τίποτα δεν άλλαξε όσος καιρός και αν πέρασε, και η κατάσταση καταλάγιασε. Στο μεταξύ, ο Ιγνάτιος παντρεύτηκε την Εβίτα και ένα βράδυ, ένας ποντικός ζήτησε την βοήθεια του Ιγνάτιου να αντιμετωπίσει την γάτα Γρατζουλίνδη που είχε καταφάει την οικογένειά του. Ο Ιγνάτιος πρόθυμα δέχτηκε να τα βάλει με την γάτα, ξεχνώντας ολοσχερώς ότι η μόνη γάτα που είχε φάει ήταν ζωγραφισμένη σε χαρτί, και φυσικά η Γρατζουλίνδη να τον έκανε μια μπουκιά! Οι γιαγιάδες διηγούνται την ιστορία του Ιγνάτιου στα ποντικάκια και κανείς δεν έχει παρατηρήσει ότι στην Ζωολογία λείπουν σελίδες και ειδικότερα η εικονογράφηση που παρουσιάζει την «γαλή την οικοδίαιτο», τον σπιτόγατο.

Μια ιστορία σχεδόν καθημερινότητας. Μια κανονικότητα που διαταράσσεται και παίρνει προσωρινές διαστάσεις από μια παράδοξη είδηση που περικλείει στοιχεία αλήθειας και αναλήθειας την ίδια στιγμή. Οι εικόνες των πραγμάτων δεν είναι τα ίδια τα πράγματα. Ο Ιγνάτιος έφαγε την σελίδα της Ζωολογίας με μια ζωγραφισμένη γάτα αλλά όχι μια ζωντανή. Την ξόρκισε, δεν την εξόντωσε. Αναγνώρισε ότι αυτό που ροκάνισε είχε την μορφή της γάτας. Έως εκεί. Και στο σημείο αυτό, μέσα από περίεργες διαδρομές, γεννιέται το ερώτημα: Τι αξία έχουν τα διαβάσματα, σε τι αντιστοιχούν με την πραγματικότητα. Το επιχείρημα ότι όποιος διαβάζει δεν ζει μόνο την δική του ζωή αλλά ζει και όλα εκείνα που έχει διαβάσει, κατά πόσον ισχύει. Πώς τα έχει ζήσει; Είναι δυνατόν να ζούμε μέσα από αναγνώσεις ωσάν να αποτελούν πραγματικότητα. Οι αναγνώσεις -αναζητήσεις, σκέψεις, εμπειρίες σε όλα τα επίπεδα, ταξίδια άλλων ανθρώπων στον χώρο και τον χρόνο- αποτελούν στοιχεία της προσωπικότητάς μας. Μας διαμορφώνουν μαζί με άλλα κοινωνικά δεδομένα σε μοναδικές εκδοχές του ανθρώπου. Μάλλον φτιάχνουμε τον εαυτό μας τροφοδοτώντας τον. Άλλοι τρώνε μουσική, χορό και τραγούδι, άλλοι τρώνε τηλεόραση, άλλοι τρώνε απλά για να εξακολουθούν να κινούνται, άλλοι αντλούν από την πηγή της ανάγνωσης. Γιατί όσο και αν ορισμένα πράγματα είναι προκαθορισμένα, δεν ψάχνουμε να βρούμε τον εαυτό μας, σαν να πρόκειται για κάτι χαμένο, που βρίσκεται κάπου αλλά παραστράτησε ή μπέρδεψε τον προσανατολισμό του. Τον δημιουργούμε μέσα από επιλογές και τον ορίζουμε όσο καλύτερα μπορούμε.
Ουπς, παραβάρυνε για παρουσίαση παιδικού βιβλίου.
Ο Ιγνάτιος, πάντως, πολύ μπερδεύτηκε…

Μια ιστορία με την υπογραφή του Ευγένιου Τριβιζά φαρδιά πλατιά στην ονοματοδοσία, την πλοκή, τις λεπτομέρειες που διανθίζουν την ιστορία, τον τρόπο που αντιδρούν άνθρωποι και ζώα στις ειδήσεις και τα γεγονότα, τις μικρές παρεξηγήσεις που φέρνουν ανεξήγητες αντιδράσεις. Ο Τριβιζάς που γενναιόδωρα συνεργάζεται με πολλούς εκδοτικούς οίκους και δεν κλείνει σε αποκλειστικότητα τη συνεχή ροή του παραμυθογραψίματός του.
Τρομερή η εικονογράφηση του Ροδίτη πολιτικού σκιτσογράφου –και όχι μόνο- Βαγγέλη Παυλίδη. Πίνακες ζωγραφικής που δένουν με το χιουμοριστικό πνεύμα της ιστορίας του καβαλημένου Ιγνάτιου. Τα πρόσωπα και τα ζώα καρικατούρες στην αντίστοιχη τυπολογία τους. Η απεικόνιση των βιβλίων και της βιβλιοθήκης, τέλεια!!! Στα ράφια, τακτικά και πεταμένα ακατάστατα κάτω, με προοπτική από πάνω προς τα κάτω, δαγκωμένα και μισοφαγωμένα, ντύνουν σελίδες της ιστορίας.

Σάββατο 29 Μαρτίου 2008

ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ

Η Mafalda εισάγει ένα παιχνίδι. Από το blog της εξηγεί και προσκαλεί:


The Page 123 Meme

Ο αγαπητός ZlatkoGr με κάλεσε να παίξω σε ένα ακόμα ενδιαφέρον παιχνιδάκι των blogs. Αντιγράφω τους κανόνες:

πιάνουμε το βιβλίο που βρίσκεται πιο κοντά μας αυτή τη στιγμή
το ανοίγουμε στη σελίδα 123 (αν είναι μικρό, παίρνουμε το επόμενο κοντύτερο σε μας, που έχει τουλάχιστον 123 σελίδες)
βρίσκουμε την πέμπτη πρόταση
αντιγράφομε τις επόμενε τρεις, δηλαδή την έκτη, έβδομη και όγδοη και
βρίσκουμε άλλους πέντε ατυχείς να τους πασάρουμε το παιχνίδι.


Λοιπόν: Το κοντινότερο μεγάλο βιβλίο μου (για να έχει 123 σελίδες) είναι «Το μονοπάτι στη θάασσα» του Αντώνη Σουρούνη. Πάω 123 και γράφω:

Μου μετρούσε τα χέρια με τη μεζούρα, όπως η μάνα μου όταν μου έραβε σακάκι και όπως η γιαγιά μου όταν μου έπλεκε μπλούζες. «Παράτα το το παιδί, ρε συ», θύμωνε ο μπαμπάς μου «δε θα γίνει κλέφτης για να του μετράς τα χέρια, ούτε και ζητιάνος για να τα απλώνει. Γιατρός θα γίνει».

Και τώρα που βρίσκω πέντε ατυχείς να τους πασάρω το παιχνίδι: Λοιπόν… Θα καλέσω την elli που μου έχει λείψει, τον dimza, τον anenbax, την japanorange και την artemis.

Αυτά έγραφε η mafalda στις αρχές Μαρτίου και περίμενε παιχνίδι.
Και μένα μου έχεις λείψει αλλά τίποτα από όσα είδες δεν είδα και είμαι στην απέξω. Έτσι δεν έγραψα τίποτα. Είμαι ακόμα εδώ, όμως.

Είπα να ξεπετάξω το παιχνίδι αλλά αποδείχθηκε πιο περίπλοκο.
Το κοντινότερο βιβλίο μου έχει στα σίγουρα πάνω από 123 σελίδες και το αρπάζω. Αντόν Τσέχοφ, Η τέχνη της γραφής (για τη σειρά των παρουσιάσεων). Ανοίγω στη σελίδα 123. Ατυχία. Είναι αρχή ενότητας και έχει μόνο δυο λέξεις (σημαδιακές;) «Τα πρόσωπα».
Η στοίβα μου είναι μεγάλη να τσιμπήσω κάτι άλλο:
Tom Standage, Η ιστορία του κόσμου σε 6 ποτήρια, 4η χιλιάδα, Πέφτω πάνω στο ρούμι, μετράω και:
Από το ρούμι στην επανάσταση
Εκτός από την εγχώρια ζήτηση, οι ποτοποιοί της Νέας Αγγλίας βρήκαν έτοιμη αγορά μεταξύ των δουλεμπόρων· γι’ αυτούς το ρούμι αποτελούσε το κύριο συναλλαγματικό μέσο, με το οποίο αγόραζαν σκλάβους από τη δυτική ακτή της Αφρικής. Τα αποστακτήρια του Νιούπορτ παρασκεύαζαν ένα ιδιαίτερα δυνατό ρούμι. στοχεύοντας σ’ αυτήν ακριβώς της αγορά: με υψηλότερη περιεκτικότητα σε αλκόλ, αποτελούσε κυριολεκτικά συμπυκνωμένη πηγή πλούτου.

Και τώρα η πάσα, έτσι στην τύχη, ή μάλλον καθόλου στην τύχη, όσους παρακολουθώ: informationavenger, roadartist, mamaloukas, alexandros από την Παραμεθόριο, ggk.

Κυριακή 23 Μαρτίου 2008

ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΒΙΒΛΙΑ 23


Simon Winchester, Ο καθηγητής και ο τρελός: μια ιστορία φόνου και παραφροσύνης που παρακολουθεί τη δημιουργία του Αγγλικού Λεξικού της Οξφόρδης, μετάφραση από τα αγγλικά Μόνικα Σίλια, Νέα Σύνορα-Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη, Αθήνα 2000, 329 σ.

Ο λόγος και πάλι για ένα βιβλίο πληροφοριακό, για ένα λεξικό. Για το ονομαστό Αγγλικό Λεξικό της Οξφόρδης, που ακόμα και σήμερα θεωρείται το αρτιότερο λεξικό της αγγλικής γλώσσας (εννοείται ότι συνεχώς εμπλουτίζεται, ότι διατίθεται σε CD-ROM και είναι on line). Ένα γιγαντιαίο επίτευγμα που χρειάστηκαν 70 χρόνια για να πάρει τελική σάρκα και οστά στην εποχή της χάρτινης καρτέλας, του δελτίου που τοποθετείται κατά απόλυτη αλφαβητική σειρά χειρονακτικά με σχολαστικότητα, και όχι στην εποχή των νέων τεχνολογιών που ταξινομεί αυτόματα με αύξοντα ή φθίνοντα τρόπο, που ανακατεύει τα στοιχεία, τα πεδία, τα δεδομένα αρκεί να έχεις προγραμματίσει το σύστημα, να έχεις προβλέψει τις πιθανές ανάγκες που μπορεί να προκύψουν εκ των προτέρων.
Το αγγλικό αυτό λεξικό όπως σχεδιάστηκε δεν περιείχε μια κάποια επιλογή λέξεων. Έθεσε τον φιλόδοξο στόχο να καταγράψει κάθε μα κάθε λέξη της αγγλικής γλώσσας και κάθε έννοια, ερμηνεία, απόχρωση που είχε ποτέ χρησιμοποιηθεί από όλους τους αγγλόφωνους συγγραφείς. Η λεξικογραφία δεν θα έκανε επιλογές στην συλλογή λέξεων, θα αποθησαύριζε τα πάντα γιατί δεν έκανε κριτική, έκανε ιστορία (σ. 149). Όλες οι λέξεις θα βιογραφούνταν με ακρίβεια, πότε εμφανίστηκαν, πότε μετασχηματίστηκαν, αναπλάστηκαν, σε τι κατάσταση βρίσκονταν. Και εδώ υπάρχει μια βαθειά αλλαγή προσέγγισης των πραγμάτων. Δεν είναι μόνο τα όσα σημαντικά καταγράψιμα, είναι όλα τα παράγωγα του ανθρώπινου λόγου, αδιάκριτα, αρκεί να έχουν γραφεί. (Η προφορικότητα δεν είναι ακόμα στην εικόνα).
Ημερομηνία ορόσημο της έναρξής του λεξικού, που πρωτοδιατυπώθηκε η ιδέα είναι ο Νοέμβριος του 1857. Χώρος όπου περιγράφηκε η ανάγκη και αναλύθηκε το περιεχόμενο του τολμηρού εγχειρήματος, η Βιβλιοθήκη του Λονδίνου. Έξι μήνες αργότερα από την διάλεξη είχε συγκροτηθεί Επιτροπή Μη Καταγεγραμμένων Λέξεων, η οποία έμεινε έκπληκτη με την διαπίστωση ότι οι λέξεις που αναζητούσαν ήταν πολλές πάρα πολλές και το έργο πολύ πιο σύνθετο από ότι αρχικά φαινόταν. Αρκετές φορές κινδύνευσε να μείνει στη μέση. Όλες οι προβλέψεις χρονικές και οικονομικές αποδείχθηκαν λανθασμένες. Συντελεστές αρρώσταιναν, γερνούσαν, έφευγαν από τη ζωή και έπρεπε να βρεθούν άλλοι στο πόδι τους. Υπήρχαν βέβαια και διαφωνίες.
Άλλο θαυμαστό σημείο ήταν η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε προκειμένου να τεθεί σε λειτουργία ο μηχανισμός συγκέντρωσης του υλικού. Επρόκειτο για «την συντονισμένη δράση πολλών». Δυο φορές κυκλοφόρησε πρόσκληση για εθελοντές αναγνώστες σε όλη την σφαίρα κυριαρχίας του Ηνωμένου Βασιλείου, που μπορούσαν να διαλέξουν ποιας περιόδου βιβλία προσφέρονταν να διαβάσουν. Οι εθελοντές θα έπρεπε να διαβάσουν, να φτιάξουν καταλόγους λέξεων και μετά να ερευνήσουν τις λέξεις που θα τους υποδείκνυε η Ομάδα του Λεξικού και να γράψουν όλα τα ζητούμενα στοιχεία σε μια κόλλα χαρτί. Πάνω από έξι εκατομμύρια σελίδες συμπλήρωσαν οι εθελοντές και επεξεργάστηκε η Ομάδα.
Το 1879, ο Σκοτσέζος Τζέιμς Μάρεϊ (ο καθηγητής) υπόγραψε συμβόλαιο με την Φιλολογική Εταιρεία του Λονδίνου σύμφωνα με το οποίο θα επιμελούνταν το Νέο Αγγλικό Λεξικό βασισμένο σε Ιστορικές Πηγές. Στο ξεκίνημα της δεκαετίας του 1880 μια από τις 2.000 οκτασέλιδες προσκλήσεις εθελοντικής συνεργασίας που είχαν τυπωθεί, μπήκε, μάλλον μέσα από κάποιο έντυπο, στο Άσυλο Φρενοβλαβών Εγκληματιών Μπρόντμουρ στο Μπερκσάιρ. Εκεί, διαβάστηκε από τον Αμερικανό απόστρατο γιατρό Γουίλιαμ Μάινορ (ο τρελός) που βρισκόταν έγκλειστος ήδη δύο χρόνια για φόνο και τα κελιά του ήταν ξέχειλα με βιβλία. Απάντησε και έγινε εθελοντής αναγνώστης. Στη διάρκεια των είκοσι χρόνων που ο μυστηριώδης εθελοντής αφιέρωσε στο Λεξικό, εργάστηκε συστηματικά και συγκεντρωμένα και υπήρξε ένας από τους παραγωγικότερους συνεργάτες, μεταξύ των χιλιάδων, που συνέβαλαν ουσιαστικά στην πραγμάτωσή του.
Το Λεξικό ολοκληρώθηκε το 1927. Και ένα άλλο αξιοσημείωτο είναι ότι ο Τύπος παρακολουθούσε από κοντά την πρόοδό του και τις ζωές των ανθρώπων του.

Κάθε πολιτισμός και κάθε γενιά κάνει συνειδητές ή και αυτόματες επιλογές για το τι θεωρεί άξιο διατήρησης και, αποφασίζει τι θα αφήσει να χαθεί. Το είδος και το περιεχόμενο των συλλογών και των απογραφών χαρακτηρίζουν τις εποχές, τα μέτρα και τα κριτήρια που τις σφραγίζουν. Οι εγκυκλοπαίδειες, τα λεξικά, οι βιβλιοθήκες είναι χώροι συγκέντρωσης εκείνων που οι άνθρωποι επιθυμούν να διασώσουν, κιβωτοί, θησαυροφυλάκια, καθρεφτίσματά τους.

Κυριακή 16 Μαρτίου 2008

ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΒΙΒΛΙΑ 22


Φίλιπ Μπλομ, Οι Εγκυκλοπαιδιστές, μετάφραση Λεωνίδας Καρατζάς, Ωκεανίδα, Αθήνα 2005, 528 σ., σειρά: η περιπέτεια του ανθρώπου

Ανοίγω το λεξικό που βρίσκεται στο πλησιέστερο ράφι από εδώ που κάθομαι να βρω τον ορισμό της λέξης «εγκυκλοπαίδεια» και αν υπάρχει καν η λέξη «εγκυκλοπαιδιστές». Υπάρχει. « Εγκυκλοπαίδεια: έργο που περιέχει (ιδ. σε αλφαβητική σειρά) συνοπτική έκθεση του συνόλου των ανθρώπινων γνώσεων (ή και των γνώσεων που ανάγονται σε ορισμένη επιστήμη». Περνάω τα επόμενα «εγκυκλοπαιδικός, εγκυκλοπαιδικότητα, εγκυκλοπαιδισμός» και φτάνω στην τελευταία σχετική αναγραφή «εγκυκλοπαιδιστές: οι συντάκτες της Μεγάλης Γαλλικής Εγκυκλοπαίδειας (κατ’ επέκταση) οι φιλόσοφοι και άλλοι λόγιοι που ασπάστηκαν το επαναστατικό πνεύμα του ιη΄ αιώνα, ιδίως στην Γαλλία».

Η Εγκυκλοπαίδεια του φιλοσόφου Ντενί Ντιντερό και του μαθηματικού Ζαν Ντ’ Αλαμπέρ και πραγματικά πολλών άλλων, πέρα και πάνω από «έκθεση του συνόλου των ανθρώπινων γνώσεων» της εποχής της -αν και ξεκίνησε ως μετάφραση μιας αγγλικής εγκυκλοπαίδειας στα γαλλικά- είναι ένα μνημείο της ελεύθερης σκέψης, του πείσματος να παρουσιαστούν πρωτοποριακές ιδέες, ενός διανοητικού εφαρμοσμένου επίμονου ηρωισμού του μέσου του 18ου αιώνα.
Οι Εγκυκλοπαιδιστές, βιβλίο σύνθετο, διαβάζεται σαν μυθιστόρημα αν και επιστημονικά τεκμηριωμένο (υποσημειώσεις, βιβλιογραφία), παραθέτει αυτούσια αποσπάσματα της Εγκυκλοπαίδειας και άλλων κειμένων, περιέχει εγκιβωτισμένες ιστορίες αλληλένδετες και δεν είναι δυνατόν να παρουσιαστεί απλά περιγραφικά ή αναλυτικά. Σταχυολογώ σημεία, φυσικά εκείνα που προκάλεσαν σκέψεις. Σκέψεις που κράτησα στο σακούλι μου, ενέταξα, συνδυάζω και χρησιμοποιώ.
Μια σχετίζεται με αυτό που αναφέρει ο ορισμός σε παρένθεση, «ιδίως σε αλφαβητική σειρά». Ήταν μια βαρύνουσα απόφαση να ακολουθηθεί η αλφαβητική κατάταξη γιατί έτσι «εκδημοκράτιζε όλες τις μορφές της γνώσης» (σ. 95) και «… συμφωνούσε με τη βασική φιλοδοξία… να ταξινομήσουν τον κόσμο σύμφωνα με κάποια ορθολογικά κριτήρια και μόνον», παρόλο που δημιουργούσε μεγάλο πρόβλημα στον σχεδιασμό, καθώς έπρεπε να προβλεφθούν εξαρχής όλα τα λήμματα, οι παραπομπές που τα συνέδεαν μεταξύ τους και να κρατηθούν οι ισορροπίες μεταξύ των θεμάτων που αναλύονταν. Σήμερα, η αλφαβητική παρουσίαση είναι δεδομένη. Και πάλι να που τα αυτονόητα δεν ήταν πάντα αυτονόητα άρα υπάρχουν πράγματα που αλλάζουν, άρα τα πράγματα μπορούν και αλλάζουν. Μήνυμα αισιόδοξο.
Άλλη έχει να κάνει με τα πρακτικά ζητήματα, τις εκδοτικές συμφωνίες, την εκτέλεση του έργου, την χρηματοδοτημένη έρευνα, το ύψος των αμοιβών, τις παραγγελίες της εικονογράφησης.
Άλλη έχει να κάνει με το ενιαίο της προσωπικής και κοινωνικής ζωής, της πνευματικής αναζήτησης και δράσης των συντακτών της Εγκυκλοπαίδειας. Δεν διαχωρίζονται. Είναι ένα. Γράφουν και παντρεύονται, ερωτεύονται. Ταξιδεύουν, δυστυχούν, κάνουν νέες γνωριμίες. Κρίνονται και φυλακίζονται επειδή γράφουν. Γράφουν στα κρυφά και φανερά, ευθέως και με νοούμενα. Ασκούν πολιτική, κάπουν συμμαχίες για να εκδόσουν. Όπου σταθούν και βρεθούν κατατρίβονται με τα πολυσχιδή ζητήματα του εγχειρήματος, στρατολογούν και καθοδηγούν λημματογράφους από διάφορους κύκλους, διαφωνούν, έρχονται σε ρήξη, συνεργάζονται με κόπο για τον κοινό στόχο, χωρίς ποτέ να γίνονται φίλοι, και πάει λέγοντας. Η Εγκυκλοπαίδεια γίνεται μια επιλογή ζωής γιατί και οι ίδιοι γνώριζαν και εμείς που τους μελετάμε καταλήγουμε ότι κάλλιστα θα μπορούσαν να είχαν κάνει και άλλα πράγματα στη ζωή τους και θα μπορούσαν μάλλον να είχαν διαπρέψει και αναγνωριστεί πολύ περισσότερο σε ατομική βάση.

Αν, γενικά, κάθε βιβλίο περιέχει και αναπτύσσει μια εικόνα, μια προσέγγιση, μια πλοκή, μια ιδέα, μια άποψη, ένα θέμα κλπ οι εγκυκλοπαίδειες –παρόλο που δεν διαβάζονται μονορούφι και δεν προκαλούν τα αισθήματα που γεννά η λογοτεχνία- κλείνουν πολλές πολλές ιδιαίτερες ιστορίες (κάθε λήμμα και μια) και υπάρχει και η ιστορία της συνολικής σύνταξής τους, με τους ανθρώπους που πρωτοστάτησαν, την είδαν πρώτα θεωρητικά στο χάρτη του μυαλού τους, που ενέπνευσαν άλλους, συντόνισαν ομάδες εργασίας, διαφορετικών και ποικίλων δεξιοτήτων. Οι εγκυκλοπαίδειες κρύβουν πολυ-ιστορίες προκειμένου να αναδείξουν συστηματικά κομμάτια κατακτημένης ανθρωπογνώσης μα και τα αναπάντητα κενά της.
Αν η Βίβλος υπήρξε για τόσο μεγάλο διάστημα το «Βιβλίο των Βιβλίων» (και εξακολουθούν τα θρησκευτικά βιβλία σε πολλά μήκη και πλάτη να παραμένουν), γιατί περιείχε τις αλήθειες που χρειαζόταν ο άνθρωπος για να πορευτεί στην ζωή και στο θάνατο, οι εγκυκλοπαίδειες άλλαξαν τα πάντα, έδωσαν στον άνθρωπο τον άνθρωπο μέσα στον φυσικό κόσμο, δικαίωσαν τις αγωνίες και τις συνεχείς περιπλανώμενες αναζητήσεις του, έδωσαν σιγουριά ότι είναι σε θέση να αποκρίνεται στα ερωτήματα που τον απασχολούν με συγκεκριμένο τρόπο και σε ικανοποιητικό βαθμό.

Κυριακή 9 Μαρτίου 2008

ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΒΙΒΛΙΑ 21



Παραγγελιά από τον Spyro
σκέψεις ειδικά αφιερωμένες


Umberto Eco, Αναμνήσεις επί χάρτου: κείμενα για τη βιβλιοφιλία, μετάφραση Έφη Καλλιφατίδη, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2007, 275 σ.


Και ποιος δεν ξέρει τον Umberto Eco; Είναι γνωστός και μάλιστα δημοφιλέστατος στην Ελλάδα μέσα από τα μυθιστορήματά του, τα δοκίμια και τα παιδικά του βιβλία. Άνθρωπος του βιβλίου ως τα τρίσβαθά του κατάφερε να αγγίξει με τη δουλειά του και ανθρώπους από άλλους χώρους, όχι του βιβλίου. Και αν θεωρείται και μάλλον είναι main stream, αναγνωρισμένος και διαβασμένος πολύ, όντας τέτοιος πέτυχε να πει πράγματα extreme για το βιβλίο.

Τα βιβλιοφιλικά, αναμνήσεις επί χάρτου είναι ένας τόμος που συγκεντρώνει διάσπαρτες και ποικίλες σκέψεις του συγγραφέα, διαλέξεις, εισαγωγές σε ειδικές βιβλιολογικές εκδόσεις, άρθρα σε περιοδικά, δοκίμια, τομίδια αριθμημένα ή εκτός εμπορίου, αυτούσια ή και αναθεωρημένα, μακροσκελή ή δυο μόλις σελίδων, των τελευταίων είκοσι περίπου χρόνων. Οι συναγωγές αυτού του είδους που κυκλοφορούν επιμελημένες από τους ίδιους τους γράφοντες εκτός του ότι προσθέτουν ένα νέο τίτλο στη λίστα του παραγόμενου έργου τους (ποσοτικό στοιχείο), έχουν και άλλα πλεονεκτήματα, ουσιαστικά, ποιοτικά και πρακτικά. Τα σκόρπια μαζεύονται. Κατηγοριοποιούνται. Ξαναδιαβάζονται προκειμένου να παρουσιαστούν ενιαία, έχοντας μια χρονική απόσταση από την ημερομηνία γραφής τους. Με τον τρόπο αυτό μπαίνουν κάτω από το μικροσκόπιο της αυτοκριτικής και του επαναπροσδιορισμού. Αν και παλιά, φρεσκάρονται και κλείνουν όχι ένα αλλά δυο κοιτάγματα του δημιουργού τους. Οι αλλαγές και αναθεωρήσεις περνάνε, σημειώνοντας την πορεία της στάσης του ή αν δεν υπάρχουν, εντοπίζεται η σταθερότητα των θέσεών του. Είναι δυνατόν να επισημανθούν οι εμμονές, οι επαναλήψεις, τα ζητήματα που απασχολούν σταθερά και επίμονα. Για τον μελετητή και τον αναγνώστη είναι βολικό να τα βρίσκει συνολικά και να μην χρειάζεται να ανατρέχει στις επιμέρους πηγές.

Τα δεκαεννιά κείμενα παρουσιάζονται ομαδοποιημένα κάτω από τέσσερις ενότητες. Η πρώτη περιέχει τα γενικά «Περί Βιβλιοφιλίας» με τρεις συμβολές. Η μνήμη, η αξία της, η αποτύπωσή της παλιά και σήμερα με τη χρήση των νέων τεχνολογιών, το βιβλίο ως αντικείμενο και οι εχθροί του (αδιαφορία, φυσικοί κίνδυνοι και ανθρώπινες απειλές) βρίσκονται στην «Φυτική Μνήμη». «Στοχασμοί για τη Βιβλιοφιλία» που ορίζουν και διαχωρίζουν την βιβλιοφιλία, την βιβλιομανία, την βιβλιοκλοπή, την βιβλιοκλασία, τις βιβλιοθήκες, τον συλλεκτισμό και οι «Συγκρίσεις ενός Συλλέκτη» που μαζεύει αντίτυπα με παρελθόν που τα σημαδεύουν και οι κατάλογοι δημοπρασιών, είναι τα άλλα κείμενα της ενότητας.
Ακολουθεί η ενότητα «Ηistorica» με έξι κείμενα που έχουν να κάνουν με συγκεκριμένα βιβλία και ανθρώπους. Το ζήτημα της ακεραιότητας και του ακρωτηριασμού τίθεται για τα Ευαγγέλια του Λίντισφαρν με την εκθαμβωτική μεσαιωνική εικονογράφηση, μια σειρά από κοινωνικές και ιστορικές ερμηνείες για τις μινιατούρες του αναδημοσιευμένου χειρογράφου των Ωρών, μια εισαγωγή και πάλι για την αναστατική έκδοση νησολογίου του 1534 -όπου παρατηρεί ότι η χαρτογραφική ακρίβεια του καιρού μας σκότωσε το άγνωστο και απροσδιόριστο νησί της Ουτοπίας-, ένα κείμενο για τον ευφάνταστο σχεδόν παραληρηματικό Κίρχερ που έζησε στην εποχή που τα όρια του πραγματικού και φανταστικού αποτραβιόντουσαν σαν την παλίρροια που μια κουκουλώνει και την άλλη γυμνώνει την στεριά, μια εισαγωγή για το αχανές εκδοτικό έργο του Migne (880 τόμοι τουλάχιστον) στο πεδίο της θρησκευτικής, μια βιβλιολογική αναζήτηση και ταύτιση γύρω από τις εκδόσεις της γνωστής ως έκδοσης Χανάου του 1609. Δυο κείμενα βρίσκονται κάτω από τους «Τρελούς Λογοτέχνες (και Επιστήμονες)» που μαζεύει μια σειρά από άσχετα, ασύνδετα και περίεργα, παρουσιάζει ξεχασμένες σήμερα εντελώς παράλογες θεωρίες για τη γη (Θεωρία των Αιωνίων Πάγων, της Κενής Γης) και τους συγγραφείς που ονομάζει της τέταρτης διάστασης τους αυτοεκδιδόμενους, τρελούς αλλά πρωτότυπους πάντως, μιλά για το περί-κείμενο και επί-κείμενο και έναν λησμονημένο και παραγνωρισμένο διευθυντή εκδοτικής σειράς. Η τελευταία ενότητα «Ετεροτροπίες και Παραχαράξεις» συγκεντρώνει οκτώ κείμενα. Δημοσιευμένα τα περισσότερα σε ένα Αλμανάκ Βιβλιοφίλων είναι γραμμένα με έναν τόνο πιο ανάλαφρο τόσο ως προς την θεματολογία όσο και ως προς το ύφος. Μιλάει για ανατροπές στην ύλη που απαρτίζει το βιβλίο (είδη του χαρτιού και τις ασθένειές του) και την μεταβαλλόμενη οικονομική αξία, κάνει φανταστικές υποθέσεις με οικολογικές ανησυχίες στο φόντο για τον αφανισμό της ανθρώπινης φυλής και των επιτευγμάτων της, μιλάει με τη φωνή ενός συναισθηματικού ηλεκτρονικού βιβλίου, με χιούμορ πραγματεύεται την φιλολογική διαμάχη μεταξύ Σαίξπηρ-Μπέικον, επανέρχεται στο θέμα των καταλόγων παλαιών βιβλίων που πωλούνται και σε κατάλογο δημοπρασίας, για τον κώδικα του εξαφανισμένου Αλβανού Temesvar, και κλείνει για την φυλή των Μαστιένων που ίσως να εξαφανίστηκαν επειδή παγιδεύτηκαν σε συζητήσεις για το «παράδοξο ενός Ορίου, του οποίου Καθήκον είναι να Δημιουργεί Όρια».

Οι προσωπικές συναντήσεις με θέματα που έχουν, και βέβαια, στο επίκεντρό τους τον κόσμο του βιβλίου, αναδύονται χωρίς επιφάσεις αλλά επεξεργασμένα από τα δικά του κανάλια. Ο Eco ξεδιπλώνει τον εαυτό του «επί χάρτου» άμεσα, με διπλούς όρους, της επιστημοσύνης από τη μια και τους απόλυτα ατομικούς από την άλλη.

Και ο χαρτ-αετός σας να ανέβει ψηλάααα αύριο Καθαρή Δευτέρα.

Κυριακή 2 Μαρτίου 2008

ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΒΙΒΛΙΑ 20


Στην Μαρία,
που διαβάσαμε το ίδιο αντίτυπο

Paul Deslamand, Ένα βιβλίο για πέταμα, μυθιστόρημα, μετάφραση Μαρία Γαβαλά, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2008, 175 σ.

Τυπωμένο στην ελληνική γλώσσα τον Ιανουάριο του 2008, ολόφρεσκο με άλλα λόγια στην ελληνική ζωή του, μυθιστόρημα που κυκλοφόρησε στην Γαλλία το 2006. Γρήγορη μεταφορά με απόσταση δύο χρόνων, από τα γαλλικά στα ελληνικά. Αξίζει να σημειωθεί ότι εκδόθηκε με την ενίσχυση του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου του Υπουργείου Πολιτισμού της Γαλλίας. Το έχω παρατηρήσει να συμβαίνει και με άλλες εκδόσεις (του Βασίλη Αλεξάκη λόγου χάρη). Παράδειγμα κρατικής πολιτικής βιβλίου στο εξωτερικό, παράδειγμα προς μίμηση, καλή ιδέα, αξίζει τον κόπο, οεο… Ουπς λίγο απότομη εισαγωγή προέκυψε (να φροντίσω να κλείσω πιο μαλακά).

Ήρωας του βιβλίου, ένα βιβλίο με ανθρώπινες αντιδράσεις και ανησυχίες. Το ανθρωποβιβλίο αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο. Ξεκινά με την ταυτότητά του. Μας συστήνεται: πού, πότε, με ποιες τεχνικές προδιαγραφές (με χαρακτήρες Garamond δεν γινόταν παρά να το συμπαθήσω), σε πόσα αντίτυπα, σχέδια, εξώφυλλο, σημάδια. Με το προφίλ ενός γενικά μέσου βιβλίου καταθέτει μια μαρτυρία, κοινή για όλα τα βιβλία και ιδιαίτερη για κάθε αντίτυπο. Εμπειρίες, ταξίδια, περιπέτειες, ένα ευρύ φάσμα περασμάτων εγκιβωτισμένο σε σκοτεινές αποθήκες, σε βιβλιοπωλεία, βιβλιοπαλαιοπωλεία και βιβλιοθήκες, από ιδιοκτήτες αναγνώστες στους επόμενους, σκέψεις, γούστα και απόψεις, τα λόγια που αντάλλαξε με τα ομόραφα και ομοσυσκευασμένα κατά καιρούς βιβλία. Μια ροή αλλού συνεκτική αλλού πιο χαλαρή. Μεταβάσεις και μεταπτώσεις. Αγορασμένο, δανεισμένο, δωρισμένο, δημοπρατημένο, κλεμμένο, εγκαταλελειμμένο σε ένα παγκάκι, πουλημένο.
Από τη στιγμή της κατασκευής του έχει συναίσθηση της αποστολής του. Αναζητά τους αναγνώστες του. Σκοπός του βιβλίου να ζήσει μέσα από τους αναγνώστες και το ρούφηγμά τους, τις αναγνώσεις τους γιατί ένα βιβλίο δεν μπορεί να είναι χαρούμενο παρά μόνο αν διαβαστεί πολλές φορές από διαφορετικούς ανθρώπους. Τότε θα έχει επιτελέσει τον προορισμό για τον οποίο τυπώθηκε στον κόσμο.
Το βιβλίο μας πάσχει, σαν άνθρωπος, από το υπαρξιακό ζήτημα του τέλους, του μετά και πώς θα έρθει αυτό το μετά, με ποιους όρους. Η αγωνία του για τη φθορά και το κλείσιμο του κύκλου του, επίμονη τίθεται από την αρχή, έρχεται και επανέρχεται. Αγωνία συνειδητή ταυτισμένη με του ανθρώπου. Θα έχει η διαδρομή του την αξία που μπορεί να έχει, θα είναι το τέλος του κοινό και άδοξο, απότομο. Ο φόβος του χαρτοπολτού και της ανακύκλωσης, της αργής βοράς των τρωκτικών και εντόμων, της πυράς, του σκουπιδοτενεκέ, της διάλυσης, του χυμένου καφέ, του σκισίματος, της γήρανσης του χαρτιού κατατρύχουν το βιβλίο.

Κάθε ένα από τα 35 κεφάλαια συνοδεύεται και ένα τσιτάτο ή ένα απόσπασμα, έτσι να σε βάζει σε σκέψεις, να κοντοστέκεσαι πριν διαβείς το κατώφλι του. Τίτλοι βιβλίων από την γαλλική κυρίως και την παγκόσμια γραμματεία είναι οι προσωπικότητες που συμπληρώνουν μαζί με τις ανθρώπινες φιγούρες, την διήγηση, την δράση και το προχώρημα της ιστορίας του βιβλίου μας. Μια γνωριμία με το έργο συγγραφέων. Σχόλια για το σαράκι του γραψίματος. Ένα σωρό θέματα πιάνονται λίγο αλλά καίρια, οι περιπτώσεις συλλεκτών, βιβλιοθηκών, οι θέσεις έκθεσης ενός βιβλίου τα υπέρ και τα κατά, οι τρόποι ανάγνωσης και πάλι αλλιώτικα εδώ, η μεταφορά του περιεχομένου σε οικονομικότερες από πλευράς φύλαξης, συσκευασίες (μικροταινίες και ψηφιακά αντίγραφα) σε βάρος του έντυπου βιβλίου.

Και αν Η αυτοβιογραφία ενός βιβλίου (Βιβλία για βιβλία 10) πραγματεύεται πάνω κάτω το ίδιο θέμα, με την ίδια τεχνική, είναι το πνεύμα που διατρέχει τις σελίδες και διέπει τις διαθέσεις των συγγραφέων αντιδιαμετρικά αντίθετες. Ο συγγραφέας και το βιβλίο για τον Deslamand «δεν πεθαίνει πραγματικά, παρά μόνο μαζί με τον τελευταίο του αναγνώστη» (σ. 124). Και αλλού «το περιεχόμενό μου θα επιζήσει στο πνεύμα εκείνων που με διάβασαν, κι ακόμα πιο πέρα»(σ. 138). Δεν πεθαίνει με την καταστροφή του ως αντικειμένου.
Τελικά, το βιβλίο μας θα συναντήσει το τέλος του απρόσμενα, με έναν τρόπο που δεν μπορούσε να προβλέψει, έξω από τους συνηθισμένους. Με έναν τρόπο που το καλύπτει συναισθηματικά και υπαρξιακά. Νικάει και τον φόβο του θανάτου. Βυθίζεται στη ζεστή πυκνή λάσπη ενός αφρικανικού ποταμού. «Θα αποσυντεθώ για να ξαναζήσω, με τα αρχικά μου συστατικά, μέσα στις ρίζες των δέντρων στην όχθη του ποταμού.» (σ. 168).

Είναι τώρα αυτό πιο μαλακό κλείσιμο;
Ίσως, σε ένα άλλο επίπεδο…