Κυριακή 15 Ιουνίου 2008

ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΒΙΒΛΙΑ 35


Γουσταύος Φλωμπέρ, Βιβλιομανία και ένα σχεδίασμα μυθιστορήματος: Η Σπείρα, εισαγωγή-μετάφραση Ε.Χ. Γονατάς, εκδ. β΄, Στιγμή, Αθήνα 2001, 89 σ.

Βιβλιομανής χαρακτηρίζεται είτε ο μανιώδης συλλέκτης βιβλίων είτε ο εξίσου μανιώδης αναγνώστης βιβλίων, ο βιβλιοφάγος, ο βιβλιολάτρης, ή η βιβλιόψειρα. Ο βιβλιόφιλος είναι πιο ισορροπημένος στην έκφραση της αγάπης του προς τα βιβλία. Ενώ βιβλιομανία είναι η με μανία ενασχόληση με πολύτιμα, σπάνια ή ιδιαίτερα βιβλία, μια μονόδρομη τρέλα που κατατρέχει όποιον έχει προσβληθεί από το μικρόβιό της. Βρίσκεται πολλές κλίμακες πάνω από τον συλλέκτη βιβλίων, τον βιβλιοσυλλέκτη που είναι συστηματικός, ενημερωμένος και οργανωμένος αλλά δεν φτάνει σε σημεία ολικής παράκρουσης προκειμένου να ικανοποιήσει τον συλλεκτικό του πόθο. Και ενώ η βιβλιοκλοπή είναι φαινόμενο διόλου ασυνήθιστο, ο φόνος για την απόκτηση βιβλίων παρατηρείται σπανιότερα. Η στήλη ξεκίνησε με ένα τέτοιο βιβλίο που περιλαμβάνει δύο extreme περιπτώσεις φονέων για χάρη βιβλίων (Βιβλία για βιβλία 1: Κλάας Χούιτσινγκ, Ο Βιβλιοφάγος: τελικά κάνει καλό το διάβασμα, μυθιστόρημα, 2003).

Βιβλιαράκι μικρούτσικο από το οποίο και πάλι μόνο ένα μέρος αναφέρεται στην υπερβολική προσήλωση στα βιβλία. Έως την σελίδα 30, ο λόγιος μεταφραστής μας βάζει στην ζωή, το έργο και το πνεύμα του Γ. Φλωμπέρ (1821-1880) και από την σελίδα 76 βρίσκεται το σχεδίασμα ενός μυθιστορήματος, της Σπείρας. Το κεντρικό μέρος πιάνει η Βιβλιομανία (σ.31-75), δείγμα νεανικής γραφής του Φλωμπέρ. Γραμμένο το 1836, από τα πρώτα διηγήματα του δεκαπεντάχρονου Φλωμπέρ, βασίζεται στην πραγματική ιστορία του Ισπανού μοναχού δον Βισέντε, φύλακα μοναστηριακής βιβλιοθήκης στην βορειοανατολική Ισπανία, την Ταρραγκόνα, που διέπραξε οκτώ φόνους την δεκαετία του 1830, οδηγημένος από την εμμονή του για τα βιβλία. Πολλά από τα πραγματικά γνωστά γεγονότα (το επεισόδιο της δημοπρασίας, η πυρκαγιά, κλπ) δίνονται με παραστατικότητα στο διήγημα αλλά ο Φλώμπέρ επεξεργάζεται το πάθος του καλόγερου-παλαιοπώλη και το τέλος της ιστορίας διαφέρει στην λεπτομέρεια.

Ο Βιβλιομανής του Φλωμπέρ είναι πρόσωπο αντιφατικό: ένας πρώην καλόγερος, άνθρωπος της Βίβλου, του κυρίαρχου δηλαδή βιβλίου, ο οποίος όμως μετά βίας κατέχει την τεχνική της ανάγνωσης, γεγονός εντυπωσιακό μα όχι τόσο ασυνήθιστο σε περασμένες εποχές. Η αντίθεση αυτή, εύρημα του συγγραφέα, τονίζει την νοσηρότητα του πάθους. Η περιγραφή της σχέσης του με τα βιβλία έντονη: «… έπαιρνε ένα, το πιο παλιό, το πιο φθαρμένο, το πιο λερωμένο, κοίταζε με αγάπη και αγαλλίαση την περγαμηνή του, οσμιζόταν τη αγία και ιερή σκόνη του· ύστερα τα ρουθούνια του φούσκωναν από χαρά και περηφάνεια, κι ένα χαμόγελο χάραζε στα χείλη του.» Αυτός ο πρώην καλόγερος γίνεται παλαιοβιβλιοπώλης, όπως έγινε και ο δον Βισέντε. Τον ονομάζει Τζιάκομο, αν και 30 ετών πρόωρα γερασμένος, σιωπηλός και ακοινώνητος, ζει στην Βαρκελώνη περιτριγυρισμένος από βιβλία που αποχωρίζεται με δυσκολία. Αγοράζει περισσότερα από όσα πουλά. Αφοσιωμένος όχι στο περιεχόμενό τους, το μυστικό της γνώσης και την αξία των αισθημάτων, «… αυτό που αγαπούσε… ήταν η μορφή και η έκφρασή της· αγαπούσε ένα βιβλίο, επειδή ήταν βιβλίο, αγαπούσε τη μυρωδιά του, το σχήμα του, τον τίτλο του…», την αντικειμενική του υπόσταση.

Ο βιβλιομανής Τζιάκομο του Φλωμπέρ είναι αθώος, θύμα συγκυριών: ο εφημέριος πεθαίνει από πυρετό, η φωτιά ξεσπά ανεξάρτητα ενώ ο δον Βισέντε ήταν ο ένοχος που ομολόγησε μόνο όταν διασφάλισε ότι η βιβλιοθήκη του θα προστατευόταν ανεξάρτητα από την ποινή που θα του επιβαλλόταν –ο Τζιάκομο δηλώνει ότι επιθυμεί η βιβλιοθήκη του να δοθεί «στον άνθρωπο που είχε τα περισσότερα βιβλία στην Ισπανία». Στο δικαστήριο που τον καταδίκασε σε θάνατο ο δον Βισέντε είπε ότι δεν ήταν κλέφτης –χρήματα ποτέ δεν πήρε– και στην ερώτηση αν είχε μετανιώσει για τις δολοφονίες που είχε διαπράξει, απάντησε «Όλοι οι άνθρωποι πεθαίνουν κάποτε, αλλά τα καλά βιβλία πρέπει να διατηρηθούν». Ο δικηγόρος υπεράσπισης του δον Βισέντε χρησιμοποίησε το επιχείρημα ότι η επίμαχη πρώτη έκδοση δεν ήταν μοναδική αφού σωζόταν και ένα αντίτυπο στην Γαλλία, με αποτέλεσμα ο κατηγορούμενος να συντριβεί, και μέχρι την ημέρα της εκτέλεσής του να μονολογεί «Το αντίτυπό μου δεν ήταν μοναδικό». Ο δικηγόρος του Τζιάκομο προσκόμισε στο δικαστήριο ένα δεύτερο αντίτυπο, ο Τζιάκομο αφού το ψηλαφίζει, το πετάει «Είπατε ψέματα, κύριε συνήγορε! Καλά σας έλεγα πως ήταν το μοναδικό στην Ισπανία!». Η αγωνία του μοναδικού, του σπάνιου, του συλλέκτη.

Και στα πάθη που έχουν γεννήσει, εξακολουθούν να προκαλούν τα βιβλία και τις συζητήσεις για το μέλλον τους και την μορφή διάδοσης του γραπτού λόγου πού ακριβώς τοποθετούμαστε εμείς, πόσο τα υπηρετούμε, με ποιο τελικό σκοπό…

3 σχόλια:

librarian είπε...

Αν και όλα όσα έχω υπογραμμισμένα έχουν παρατεθεί, μένει μια παράγραφός που την έχω διπλουπογραμμίσει και θέλω να παραθέσω για να αφήσω κι εγώ κάτι εδώ:
"Ω! Ήταν ευτυχισμένος, ευτυχισμένος ανάμεσα σ' όλη αυτή τη γνώση που μόλις και μετά βίας μπορούσε να καταλάβει την επιστημονική σημασία της και τη λογοτεχνική της αξία. Ήταν ευτυχής, καθισμένος ανάμεσα σε όλ' αυτά τα βιβλία... αγαπούσε τη γνώση όπως ένας τυφλός αγαπάει τη μέρα."
Καλή συνέχεια γιατί όπως δείχνει τα βιβλία για βιβλία δεν μπορούν να έχουν τέλος.

Roadartist είπε...

"Ήταν ευτυχής, καθισμένος ανάμεσα σε όλ' αυτά τα βιβλία... αγαπούσε τη γνώση όπως ένας τυφλός αγαπάει τη μέρα."

Πολύ όμορφα ..εναυσματα.. συνεχιστε.. :)

Elli είπε...

Σύντομο και δυνατό διήγημα ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς ότι γράφτηκε από 15χρονο.
Librarian πολύ μου άρεσε το απόσπασμά που διποϋπογράμμισες. Τα βιβλία για βιβλία δεν μπορούν να έχουν τέλος;
Roadartist συγχαρητήρια για το blog σου και ευχαριστούμε τα περάσματά σου πολύ !