Suzanna Tamaro, Χαρτοφοβία, εικονογράφηση Τζοβάννι Μάννα, μετάφραση Σώτη Τριανταφύλλου, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2003, 2004, 53 σ.
Σύγχρονη Λογοτεχνία για παιδιά και νέους, Συλλογή Μικρά Σπουργιτάκια 5, για παιδιά από 5 ετών.
Το βιβλίο είναι περπατημένο. Πρωτοκυκλοφόρησε στην γλώσσα του, τα ιταλικά, το 1994, έχει κάνει δύο εκδόσεις στα ελληνικά και η μετάφρασή του επιδοτήθηκε από το πρόγραμμα «Πολιτισμός 2000» της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Θέμα του, το διάβασμα και τα θετικά του. Υπάρχει όμως, ένα ζήτημα. Το διάβασμα αποτελεί, ξανά, αξία που θα πρέπει να κατακτηθεί.
Ο Λεοπόλδος είναι οκτώ χρονών και οι γονείς του τον βομβαρδίζουν με τόνους βιβλίων που τον ζαλίζουν. Καθόλου δεν τα θέλει, καθώς ποτέ δεν τα είχε επιθυμήσει. Ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια που ζητούσε και ποτέ δεν λάμβανε ήταν το όνειρό του. Ο ψυχολόγος που επισκέπτονται κάνει την διάγνωσή του, «χαρτοφοβία». Ασθένεια, στα όρια της επιδημίας, της εποχής μας που εξαπλώνεται συνεχώς. Υπεύθυνοι είναι η τηλεόραση και τα βιντεοπαιχνίδια (δεν είχε διαδοθεί το διαδίκτυο ακόμα όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο, ειδάλλως σίγουρα θα το συμπεριλάμβανε και αυτό ο καλός γιατρός). Απειλητικά βιβλία βρίσκουν τον Λεοπόλδο αφύλαχτο στον ύπνο του. Χάρτινοι όγκοι τον καταδιώκουν για να τον συνθλίψουν. Οι γονείς ακολουθούν τις συμβουλές του γιατρού, μετέρχονται και άλλων μεθόδων –της ομοιοπαθητικής, δηλαδή αποκλειστικά και μόνο και περισσότερα επιπλέον βιβλία. Ο Λεοπόλδος υποφέρει, απλά δεν μπορεί.
Η επικοινωνία χρειάζεται κανάλια, κάποια, έστω και στενά, για να κυκλοφορήσουν τα μηνύματα. Η επικοινωνία γίνεται όχι μόνο με λόγια αλλά και με μη λόγια, με κινήσεις, με ερωτήσεις, με συγκρίσεις. Χωρίς συνεννόηση, οι άνθρωποι ωθούνται στο κλείσιμο, την απόσταση, μέχρι την απελπισία που δεν είναι και ο σωστός οδηγός. Συμβαίνει και εκεί που οι άνθρωποι νοιάζονται. Οι παρεξηγήσεις δεν οφείλονται σε έλλειψη ενδιαφέροντος γιατί οι γονείς του Λεοπόλδου ενδιαφέρονται με τον τρόπο τους, μα έλα που ο τρόπος τους δεν είναι ο τρόπος του Λεοπόλδου. Το ίδιο ισχύει και για τα δώρα. Ισορροπία του δώρου είναι από την μια να εκφράζει εμάς που το προσφέρουμε και από την άλλη να προκαλεί ευχαρίστηση σε αυτόν που το λαμβάνει. Δεν είναι αυτονόητο ότι ό,τι αρέσει σε εμάς αρέσει και στον δωροδέκτη, ακόμα και αν πρόκειται για κοντινό μας άνθρωπο. Το δώρο προσφέρει μια επικοινωνία αν μέσα του κλείνει ένα μέρος από εμάς και μια σκέψη προς τον παραλήπτη.
Οι απαντήσεις που παίρνει ο Λεοπόλδος στην ερώτησή του «γιατί πρέπει να διαβάζουμε», δεν τον ικανοποιούν. «Όποιος διαβάζει κατέχει το νόημα και έχει δύναμη», «γιατί είναι σπουδαίο πράγμα», «γιατί κάνει το μυαλό να δουλεύει», «μας αλλάζει», «χωρίς βιβλία δεν υπάρχει επιτυχία». Οι θεωρίες είναι καλές και άγιες αλλά αν δεν σου κάνουν, απλά δεν σου κάνουν. Δεν φτάνουν από μόνες τους.
Ο Λεοπόλδος αποφασίζει να το σκάσει. Η περιπέτειά του θα δώσει την λύση του θέματος. Στο πάρκο συναντά έναν τυφλό σοφό γερούλη, ο οποίος του διηγείται την ναυτική ζωή του που μας θυμίζει ένα μπέρδεμα πολλών κλασικών βιβλίων. Ο Λεοπόλδος μαγνητίζεται. Ο γερούλης δεν έχει καταφέρει να διαβάσει το τέλος ενός βιβλίου, του Αστροταξιδευτή και ζητά την συνδρομή του Λεοπόλδου που πάλι δυσκολεύεται να διαβάσει στο βιβλιοπωλείο. Η πωλήτρια επισημαίνει ότι έχει ξεχάσει τα γυαλιά του! Δεν μπορούσε να διαβάσει!
Το ζήτημα δεν ήταν θεωρητικό. Ήταν πρακτικής φύσης. Είναι φορές που ενώ θέλουμε δεν, για λόγους άλλους. Είναι οι συνθήκες τέτοιες και θα πρέπει να επέμβουμε σε αυτές και όχι στην θεωρία.
Τελικά, ένας τυφλός άγνωστος με κατανόηση ανακαλύπτει την αιτία που έδιωχνε τον Λεοπόλδο από το γραμμένο χαρτί, της χαρτοφοβίας του, ίσως να μην είναι άσχημη ιδέα να ακούμε και άλλους ανθρώπους. Τελικά, ο γερούλης δεν ήταν ναυτικός αλλά νυχτοφύλακας που γέμιζε τις ώρες του με ταξίδια και ιστορίες που γνώρισε και αναγνώρισε ο Λεοπόλδος. Τελικά, το διάβασμα κέρδισε και τον οχτάχρονο ήρωά μας που χρειαζόταν ένα ζευγάρι γυαλιά!
Τελευαία ημέρα των Ολυμπιακών Αγώνων, σήμερα.
Σύγχρονη Λογοτεχνία για παιδιά και νέους, Συλλογή Μικρά Σπουργιτάκια 5, για παιδιά από 5 ετών.
Το βιβλίο είναι περπατημένο. Πρωτοκυκλοφόρησε στην γλώσσα του, τα ιταλικά, το 1994, έχει κάνει δύο εκδόσεις στα ελληνικά και η μετάφρασή του επιδοτήθηκε από το πρόγραμμα «Πολιτισμός 2000» της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Θέμα του, το διάβασμα και τα θετικά του. Υπάρχει όμως, ένα ζήτημα. Το διάβασμα αποτελεί, ξανά, αξία που θα πρέπει να κατακτηθεί.
Ο Λεοπόλδος είναι οκτώ χρονών και οι γονείς του τον βομβαρδίζουν με τόνους βιβλίων που τον ζαλίζουν. Καθόλου δεν τα θέλει, καθώς ποτέ δεν τα είχε επιθυμήσει. Ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια που ζητούσε και ποτέ δεν λάμβανε ήταν το όνειρό του. Ο ψυχολόγος που επισκέπτονται κάνει την διάγνωσή του, «χαρτοφοβία». Ασθένεια, στα όρια της επιδημίας, της εποχής μας που εξαπλώνεται συνεχώς. Υπεύθυνοι είναι η τηλεόραση και τα βιντεοπαιχνίδια (δεν είχε διαδοθεί το διαδίκτυο ακόμα όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο, ειδάλλως σίγουρα θα το συμπεριλάμβανε και αυτό ο καλός γιατρός). Απειλητικά βιβλία βρίσκουν τον Λεοπόλδο αφύλαχτο στον ύπνο του. Χάρτινοι όγκοι τον καταδιώκουν για να τον συνθλίψουν. Οι γονείς ακολουθούν τις συμβουλές του γιατρού, μετέρχονται και άλλων μεθόδων –της ομοιοπαθητικής, δηλαδή αποκλειστικά και μόνο και περισσότερα επιπλέον βιβλία. Ο Λεοπόλδος υποφέρει, απλά δεν μπορεί.
Η επικοινωνία χρειάζεται κανάλια, κάποια, έστω και στενά, για να κυκλοφορήσουν τα μηνύματα. Η επικοινωνία γίνεται όχι μόνο με λόγια αλλά και με μη λόγια, με κινήσεις, με ερωτήσεις, με συγκρίσεις. Χωρίς συνεννόηση, οι άνθρωποι ωθούνται στο κλείσιμο, την απόσταση, μέχρι την απελπισία που δεν είναι και ο σωστός οδηγός. Συμβαίνει και εκεί που οι άνθρωποι νοιάζονται. Οι παρεξηγήσεις δεν οφείλονται σε έλλειψη ενδιαφέροντος γιατί οι γονείς του Λεοπόλδου ενδιαφέρονται με τον τρόπο τους, μα έλα που ο τρόπος τους δεν είναι ο τρόπος του Λεοπόλδου. Το ίδιο ισχύει και για τα δώρα. Ισορροπία του δώρου είναι από την μια να εκφράζει εμάς που το προσφέρουμε και από την άλλη να προκαλεί ευχαρίστηση σε αυτόν που το λαμβάνει. Δεν είναι αυτονόητο ότι ό,τι αρέσει σε εμάς αρέσει και στον δωροδέκτη, ακόμα και αν πρόκειται για κοντινό μας άνθρωπο. Το δώρο προσφέρει μια επικοινωνία αν μέσα του κλείνει ένα μέρος από εμάς και μια σκέψη προς τον παραλήπτη.
Οι απαντήσεις που παίρνει ο Λεοπόλδος στην ερώτησή του «γιατί πρέπει να διαβάζουμε», δεν τον ικανοποιούν. «Όποιος διαβάζει κατέχει το νόημα και έχει δύναμη», «γιατί είναι σπουδαίο πράγμα», «γιατί κάνει το μυαλό να δουλεύει», «μας αλλάζει», «χωρίς βιβλία δεν υπάρχει επιτυχία». Οι θεωρίες είναι καλές και άγιες αλλά αν δεν σου κάνουν, απλά δεν σου κάνουν. Δεν φτάνουν από μόνες τους.
Ο Λεοπόλδος αποφασίζει να το σκάσει. Η περιπέτειά του θα δώσει την λύση του θέματος. Στο πάρκο συναντά έναν τυφλό σοφό γερούλη, ο οποίος του διηγείται την ναυτική ζωή του που μας θυμίζει ένα μπέρδεμα πολλών κλασικών βιβλίων. Ο Λεοπόλδος μαγνητίζεται. Ο γερούλης δεν έχει καταφέρει να διαβάσει το τέλος ενός βιβλίου, του Αστροταξιδευτή και ζητά την συνδρομή του Λεοπόλδου που πάλι δυσκολεύεται να διαβάσει στο βιβλιοπωλείο. Η πωλήτρια επισημαίνει ότι έχει ξεχάσει τα γυαλιά του! Δεν μπορούσε να διαβάσει!
Το ζήτημα δεν ήταν θεωρητικό. Ήταν πρακτικής φύσης. Είναι φορές που ενώ θέλουμε δεν, για λόγους άλλους. Είναι οι συνθήκες τέτοιες και θα πρέπει να επέμβουμε σε αυτές και όχι στην θεωρία.
Τελικά, ένας τυφλός άγνωστος με κατανόηση ανακαλύπτει την αιτία που έδιωχνε τον Λεοπόλδο από το γραμμένο χαρτί, της χαρτοφοβίας του, ίσως να μην είναι άσχημη ιδέα να ακούμε και άλλους ανθρώπους. Τελικά, ο γερούλης δεν ήταν ναυτικός αλλά νυχτοφύλακας που γέμιζε τις ώρες του με ταξίδια και ιστορίες που γνώρισε και αναγνώρισε ο Λεοπόλδος. Τελικά, το διάβασμα κέρδισε και τον οχτάχρονο ήρωά μας που χρειαζόταν ένα ζευγάρι γυαλιά!
Τελευαία ημέρα των Ολυμπιακών Αγώνων, σήμερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου