Κυριακή 6 Απριλίου 2008
ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΒΙΒΛΙΑ 25
Αντόν Τσέχοφ, Η τέχνη της γραφής. Συμβουλές σε ένα νέο συγγραφέα, ανθολόγηση Πιέρο Μπρουνέλλο, μετάφραση Βασίλης Ντινόπουλος, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2007, 220 σ.
σειρά: Ξένη Λογοτεχνία
Αν σε προηγούμενες παρουσιάσεις έχει θιγεί ελαφρά το ερώτημα γιατί διαβάζουμε, μάλλον προηγείται ένα άλλο ερώτημα: γιατί, πώς και με ποιο σκοπό γράφουμε. Για την τέχνη και την τεχνική του γράφειν. Η μπλογκοστήλη έχει ακουμπήσει το θέμα με τον Lu Chi, Η τέχνη του γραψίματος = Wen Fu, (Βιβλία για βιβλία 6). Αλλά αν ο Lu Chi έγραψε για να ξεκλειδώσει τα μυστικά της γραφής και διατύπωσε τις σκέψεις του λυρικά, σε στίχους, ο Άντον Τσέχοφ (1860-1904) δεν κάθισε να γράψει ένα βιβλίο για την γραφή επιτούτου. Τι τον απασχολεί, πώς συλλαμβάνει ένα θέμα και στην συνέχεια το επεξεργάζεται, για τις διαδρομές του στον κόσμο του γραπτού λόγου. Όχι, καθόλου. Μέσα από την επιστολογραφία του επιλέχθηκαν από τον Πιέρο Μπρουνέλλο εκείνα τα κομμάτια που αναφέρονται με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο στο γράψιμο, ταξινομήθηκαν ανάλογα με το συμβουλευτικό τους περιεχόμενο -δεν ακολουθείται χρονολογική τάξη των επιστολών αλλά παρουσιάζονται ομαδοποιημένα θεματικά- και με μια σύντομη εισαγωγή του ίδιου, έφτιαξαν ένα νέο –μετά θάνατον– τίτλο για τον Ρώσο διηγηματογράφο και θεατρικό συγγραφέα Αντόν Τσέχοφ.
Τα περισσότερα αποσπάσματα είναι σύντομα και πάντως δεν ξεπερνούν τις δύο σελίδες. Αποκομμένα από την υπόλοιπη επιστολή και την σχέση με τους δέκτες, λειτουργούν ως παραθέματα και όχι ως ολοκληρωμένες απόψεις. Μεταξύ των παραληπτών τους ο μεγαλύτερος αδελφός του, δημοσιογράφος και συγγραφέας Αλέξανδρος, ο Μ. Γκόρκι και άλλοι νέοι και νέες συγγραφείς με τους οποίους αλληλογραφεί και των οποίων τα κείμενα διαβάζει. Είναι δομημένο σε δυο μέρη, στα Γενικά και τα Ειδικά Ζητήματα με κεφάλαια που πραγματεύονται γιατί γράφουμε, για ποιον, τι να γράφουμε και πώς, πότε και με ποιον ρυθμό, στα Γενικά. Το δεύτερο μέρος αναφέρεται στην αξία της φιλαλήθειας, την τεχνική των περιγραφών, των προσώπων, των συναισθημάτων, των προς αποφυγή πραγμάτων, στην λογοτεχνική κοινότητα, και διάφορες μικρές συμβουλές για την χρήση ονομάτων, λέξεων, τίτλων, προσδιορισμών, αφιερώσεων.
«Δε μας κλείνουν τις πόρτες επειδή γράφουμε. Αντίθετα, γράφουμε επειδή μας κλείνουν τις πόρτες και δεν έχουμε τι άλλο να κάνουμε», έγραφε στον Μαξίμ Γκόρκι από την Γιάλτα στις αρχές του 1899. Υποστήριζε ότι ο λογοτέχνης δεν καλείται να δίνει απαντήσεις σε υπαρξιακά ερωτήματα, δουλειά του είναι η απεικόνιση καταστάσεων με την ματιά του αμερόληπτου, ειλικρινή μάρτυρα. Να θέτει τα ζητήματα. Συστηματικά συνιστούσε λιτότητα και αμεσότητα του λόγου, αντικειμενικότητα, απλότητα, πειστικότητα, τόλμη και πρωτοτυπία, και όχι επανάληψη των στερεοτύπων, αλλά προσέθετε και την ποιότητα της ζεστασιάς. Αρνιόταν το τυχαίο και αναζητούσε την λογική. Θεωρούσε ότι η τέχνη δεν μπορεί να λέει ψέματα, μισούσε την βία σε όλες τις μορφές της. Οι λεπτομέρειες εξαντλούν την προσοχή, ακόμα και οι πιο ενδιαφέρουσες. Τα κεντρικά πρόσωπα σε ένα διήγημα θα πρέπει να είναι ζωντανά, να μην ξεπερνούν τα δύο (άνδρας-γυναίκα) και να δρουν σε ένα πλαίσιο.
«Εμείς θα δηλώνουμε καθαρά και ξάστερα ότι σ’ αυτό τον κόσμο τίποτα δεν είναι απλό», έγραφε, (σ. 153) προσδιορίζοντας τον κοινωνικό ρόλο του συγγραφέα. Αν και διατυπώνεται η βαθιά του απογοήτευση απέναντι στην επίσημη διανόηση της εποχής του, την χαρακτηρίζει υποκριτική, ψεύτικη, υστερική απαίδευτη, νωθρή (σ. 170), πίστευε στις «ξεχωριστές προσωπικότητες», εκείνες που δρουν στους κόλπους της κοινωνίας αθόρυβα, επίμονα και διακριτικά. Τα αποτελέσματα της δράσης αυτών των διάσπαρτων ανθρώπων δεν περνούν απαρατήρητα γιατί εντέλει τα πράγματα σπρώχνονται προς τα εμπρός. Και το εμπρός για τον Τσέχοφ ήταν ότι η επιστήμη προχωρά, «η κοινωνική αυτοσυνειδησία μεγαλώνει, τα ηθικά ζητήματα αρχίζουν να αποκτούν ενοχλητικό χαρακτήρα», και χωρίς τα «επίσημα πρόσωπα» και την μαζική διανόηση.
Στη βάση του πρόκειται για ένα βιβλίο κριτικής ανθολογίας, προϊόν ιταλικής επεξεργασίας που κυκλοφόρησε το 2002. Και από την ανθολογία με την σειρά μου ανθολόγησα –φιλτράρισα– όσα χτυπάνε ένα δικό μου νεύρο. Έχει μεταφραστεί και στην γαλλική γλώσσα την οποία ο Έλληνας μεταφραστής χρησιμοποίησε για να περάσει την εισαγωγή στα ελληνικά, ενώ σημειώνει ότι τα αποσπάσματα των επιστολών του Τσέχοφ μετάφρασε απευθείας από τα ρωσικά. Δύο εκδόσεις έχει κάνει το ελληνικό βιβλίο την χρονιά που μας πέρασε, τον Ιούνιο και τον Δεκέμβριο του 2007.
Καλημέρα σε όλους, σήμερα συννεφιασμένη Κυριακή
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου